Ένας μικρούλης έρριξε στην άκρη του γυαλού το όμορφο καραβάκι του.
Δεν πρόσεξε, όμως,και έτσι το καραβάκι απομακρύνθηκε, χωρίς να προλάβει να το πιάσει.
Τότε ο πατέρας του πήρε πέτρες και τις πετούσε μπροστά από το καραβάκι.
Ο μικρός στην αρχή δεν κατάλαβε και απόρησε για αυτό το πετροβόλημα.
Αλλά δεν άργησε να εννοήσει.
Οι πέτρες έπεφταν πέρα από το καραβάκι, χωρίς να το χτυπούν.
Και με τα κυματάκια, που προκαλούσαν, το έφεραν σιγά-σιγά πίσω στην ακρογιαλιά.
Κι έτσι ο μικρός με μεγάλη χαρά το πήρε πάλι στην αγκαλιά του.
Πολλές από τις θλίψεις που μας βρίσκουν μοιάζουν με αυτό το πετροβόλημα.
Είναι οι πέτρες που ρίχνει ο Θεός, σαν απομακρυνθούμε από κοντά του, για να γυρίσουμε σε Αυτόν.
Δεν πρόσεξε, όμως,και έτσι το καραβάκι απομακρύνθηκε, χωρίς να προλάβει να το πιάσει.
Τότε ο πατέρας του πήρε πέτρες και τις πετούσε μπροστά από το καραβάκι.
Ο μικρός στην αρχή δεν κατάλαβε και απόρησε για αυτό το πετροβόλημα.
Αλλά δεν άργησε να εννοήσει.
Οι πέτρες έπεφταν πέρα από το καραβάκι, χωρίς να το χτυπούν.
Και με τα κυματάκια, που προκαλούσαν, το έφεραν σιγά-σιγά πίσω στην ακρογιαλιά.
Κι έτσι ο μικρός με μεγάλη χαρά το πήρε πάλι στην αγκαλιά του.
Πολλές από τις θλίψεις που μας βρίσκουν μοιάζουν με αυτό το πετροβόλημα.
Είναι οι πέτρες που ρίχνει ο Θεός, σαν απομακρυνθούμε από κοντά του, για να γυρίσουμε σε Αυτόν.